Κυριακή 27 Απριλίου 2014

πολιτεια ασκησεις

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πλάτωνα «Πολιτεία» Ενότητα 11η

Να εντοπίσετε τα σημεία του κειμένου που μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε ότι η κοινωνία των δεσμωτών είναι η πολιτική κοινωνία και ότι ο κόσμος του σπηλαίου είναι ο αισθητός κόσμος.

Ο Σωκράτης έχοντας δώσει την εικόνα του σπηλαίου διευκρινίζει πολύ σύντομα στο Γλαύκωνα πως όσα περιγράφει είναι όμοια με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, με την παρούσα πολιτική κοινωνία. Ειδικότερα, όταν ο Γλαύκων σχολιάζει: «Ἄτοπον λέγεις εἰκόνα καὶ δεσμώτας ἀτόπους.» (παράξενη εικόνα περιγράφεις και παράξενους δεσμώτες), ο Σωκράτης του απαντά: «Ὁμοίους ἡμῖν»(όμοιους με μας). 
Η εικόνα των ανθρώπων που παραμένουν δεμένοι μέσα στο σπήλαιο, χωρίς καμία δυνατότητα κίνησης ή αντίδρασης, προκαλεί εύλογα εντύπωση στο Γλαύκωνα, ο οποίος θεωρεί πως κάτι τέτοιο δεν έχει συσχέτιση με την εμπειρία της πραγματικής ζωής. Εντούτοις, ο φιλόσοφος έρχεται με την αναλογία που παρουσίασε να αναδείξει την επίφαση ελευθερίας και γνώσης που υφίσταται στην πολιτική κοινωνία. Μιας και, όπως συμβαίνει με τους δεσμώτες του σπηλαίου, οι οποίοι παραμένουν καθηλωμένοι υπό τον έλεγχο των αισθήσεών τους, θεωρώντας πως οι σκιές που αντικρίζουν είναι η μόνη αλήθεια, έτσι και οι πολίτες που αρκούνται σε όσα τους παρέχουν οι αισθήσεις τους, χωρίς κριτικό έλεγχο και αμφισβήτηση, παραμένουν καθηλωμένοι και εύκολα ελεγχόμενοι από τους κατέχοντες την εξουσία.
Παρά την αρχική δυσκολία στη συσχέτιση των δύο καταστάσεων γίνεται σαφές πως τόσο οι σκιές που εκλαμβάνουν οι δεσμώτες ως πραγματικότητα όσο και η αδυναμία τους να κινηθούν, αποδίδουν τον αισθητό κόσμο των πολιτών, οι οποίοι δέσμιοι της άγνοιάς τους, δε συνειδητοποιούν τη δύναμη που έχουν και γίνονται έτσι υποχείρια των ισχυρών.
Είναι, άλλωστε, προφανές πως και στις δύο περιπτώσεις εκείνο που χαρακτηρίζει την ιδιαίτερη κατάσταση των ανθρώπων είναι το γεγονός ότι δε γνωρίζουν πως βρίσκονται καθηλωμένοι εξαιτίας της άγνοιάς τους. Όπως οι δεσμώτες θεωρούν πως ό,τι αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις τους αποτελεί τη μοναδική αλήθεια, έτσι και οι πολίτες αποδέχονται τις συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία τους, ως τη μόνη πιθανή πραγματικότητα.

Ποια είναι η κατάσταση της πολιτικής κοινωνίας (την οποία συμβολίζει η κοινωνία των δεσμωτών) και πώς περιγράφεται ο αισθητός κόσμος;

Η κατάσταση των δεσμωτών, των ανθρώπων που βρίσκονται στο κατώτερο επίπεδο γνώσης (την εικασία, όπου θεωρούν ως αληθινό μόνο ό,τι τους παρέχεται μέσω των αισθήσεών τους, χωρίς μάλιστα να έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη ποια είναι η πηγή αυτής της γνώσης) βρίσκει το αντίστοιχό της στους πολίτες που δεν έχουν ακόμη αποκτήσει, μέσω της κατάλληλης παιδείας, την ικανότητα της κριτικής σκέψης και της αμφιβολίας. Έτσι, όπως οι δεσμώτες πιστεύουν πως οι σκιές που βλέπουν είναι η μόνη πραγματικότητα, έτσι και οι πολίτες, δέσμιοι επίσης της άγνοιάς τους, αποδέχονται την πραγματικότητα της πολιτείας, όπως αυτή διαμορφώνεται από τους ισχυρούς.
Εδώ ο φιλόσοφος επισημαίνει μια κατάσταση που διατηρεί ακέραια τη διαχρονικότητά της, υπό την έννοια πως σε κάθε εποχή οι άνθρωποι, οι πολίτες που δεν αποκτούν την αναγκαία κριτική σκέψη, αδυνατούν να δουν πέρα και πίσω από την πραγματικότητα που στήνεται γι’ αυτούς από τους κατέχοντες την εξουσία. Οι απαίδευτοι πολίτες, όπως και οι δεσμώτες του σπηλαίου, δεν επιχειρούν την αναγκαία διερώτηση σχετικά με τις συνθήκες της πραγματικότητας που βιώνουν. Οι πολίτες αποδέχονται καθετί όπως έχει, χωρίς να σκεφτούν ποιος είναι αυτός που λαμβάνει τις εκάστοτε αποφάσεις, ποια είναι τα κίνητρά του, ποια τα πιθανά οφέλη που αποκομίζει ο ίδιος, σε τι αποσκοπούν μακροπρόθεσμα οι επιμέρους επιλογές των κυβερνώντων και ούτω καθεξής.
Από τη μία λοιπόν έχουμε τους δεσμώτες που αποδέχονται τη λειψή πραγματικότητα που τους παρέχουν οι αισθήσεις τους, αγνοώντας τις δυνατότητες που θα τους παρείχε η λογική επεξεργασία όσων αντικρίζουν, αγνοώντας πόσο ουσιαστικότερη θα ήταν η κατανόηση του κόσμου, αν μέσω της παιδείας είχαν οξύνει την κριτική και τη δημιουργική τους σκέψη. Αντιστοίχως, από την άλλη μεριά, έχουμε τους πολίτες που με τις αντιληπτικές τους ικανότητες περιορισμένες, λόγω τις ελλιπούς παιδείας που έχουν λάβει, δεν έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν, να αμφισβητήσουν και τελικά να επηρεάσουν καταλυτικά τις συνθήκες της ζωής τους που διαμορφώνονται ερήμην τους.
Οι σκιές που βλέπουν οι δεσμώτες, ο αισθητός δηλαδή κόσμος των δεσμωτών, βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με τη μερική αντίληψη των πολιτών, οι οποίοι κάθε φορά αποδέχονται τα δεδομένα της πολιτικής κοινωνίας, χωρίς να γνωρίζουν πώς διαμορφώθηκαν αυτά, από ποιους και για ποιο λόγο.
Στο επίπεδο της «εικασίας» των δεσμωτών, που ακόμη αγνοούν πως ό,τι βλέπουν είναι προϊόν των αισθήσεών τους και πολύ περισσότερο αγνοούν τις δυνατότητες των πνευματικών λειτουργιών, αντιστοιχεί το επίπεδο των πολιτών που αποδέχονται την πραγματικότητα της πολιτικής ζωής, χωρίς ακόμη να συνειδητοποιούν πως ό,τι συμβαίνει είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που αποβλέπει σε συγκεκριμένους στόχους ή ίδια οφέλη, και πολύ περισσότερο αγνοούν πως όλα μπορούν να γίνουν τελείως διαφορετικά και πολύ καλύτερα, αρκεί να τεθούν διαφορετικές προτεραιότητες και φυσικά ο έλεγχος να δοθεί στους κατάλληλους ανθρώπους.

ὥσπερ τοῖς θαυματοποιοῖςΟ Αριστοτέλης (Περὶ κόσμου 398b16) γράφει: οἱ νευροσπάσται μίαν μήρινθον ἐπισπασάμενοι ποιοῦσι καὶ αὐχένα κινεῖσθαι καὶ χεῖρα ζῴου καὶ ὦμον καὶ ὀφθαλμόνΝα συσχετίσετε το χωρίο αυτό με την πλατωνική παρομοίωση.

Η περιγραφή που δίνει ο Αριστοτέλης: «οι μαριονετίστες τραβώντας έναν σπάγκο κάνουν το λαιμό, το χέρι, τον ώμο και το μάτι του ζώου να κινηθεί.», μας παρέχει την επιβεβαίωση πως οι παραστάσεις από ταχυδακτυλουργούς (θαυματοποιούς) και μαριονετίστες ήταν κάτι το συνηθισμένο στα χρόνια του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Έτσι, όταν ο Πλάτωνας παρομοιάζει τον τοίχο της αλληγορίας του σπηλαίου μ’ εκείνον που χρησιμοποιούν οι ταχυδακτυλουργοί στις παραστάσεις τους, δημιουργεί μια εικόνα πολύ οικεία στους ανθρώπους της εποχής τους.
Συνάμα η αναφορά στο τοιχίο των θαυματοποιών βοηθά τους ακροατές/αναγνώστες της αλληγορίας να κατανοήσουν καλύτερα το πολύ χαμηλό επίπεδο γνώσης στο οποίο βρίσκονται οι δεσμώτες τους σπηλαίου. Διότι, όπως στις παραστάσεις των ταχυδακτυλουργών είναι σημαντικό να υπάρχει το τοιχίο εκείνο που αποκρύπτει ό,τι θα μπορούσε να χαλάσει την ψευδαίσθηση που επιχειρεί να δημιουργήσει ο ταχυδακτυλουργός, έτσι και για τους δεσμώτες το τοιχίο αποκρύπτει εκείνα που δημιουργούν τις σκιές, των αισθητό τους δηλαδή κόσμο.
Με την ίδια εμπιστοσύνη που ένα μικρό παιδί παρακολουθεί την παράσταση του ταχυδακτυλουργού ή του μαριονετίστα, θεωρώντας πως ό,τι βλέπει είναι πραγματικό, έτσι παρακολουθούν κι οι δεσμώτες τις σκιές στο βάθος της σπηλιάς, αγνοώντας τους γενεσιουργούς παράγοντες αυτής της θέασης.
Στο αμέσως ανώτερο επίπεδο γνώσης, στην «πίστιν», οι δεσμώτες θα αντιληφθούν όσα τους αποκρύπτει το τοιχίο, θα αντιληφθούν δηλαδή πως ό,τι βλέπουν γύρω τους είναι το προϊόν των αισθήσεών τους συνειδητοποίηση που θα τους επιτρέψει να κατανοήσουν πως ό,τι μέχρι τότε θεωρούσαν μόνη πραγματικότητα δεν είναι παρά μια ατελής αντίληψη του κόσμου.
Αντιστοίχως, οι ακροατές του φιλοσόφου μπορούν να κάνουν τη συσχέτιση με τις παραστάσεις των θαυματοποιών, όπου αν εξέλιπε το τοιχίο οι μικροί θεατές θα έβλεπαν πως όλα τα κινεί και τα ελέγχει ένας άνθρωπος και πως ό,τι μέχρι τότε έμοιαζε πραγματικό δεν είναι παρά το αποτέλεσμα των δικών του ενεργειών. 


Με ποιους εκφραστικούς τρόπους αισθητοποιείται η εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών και ποιος είναι ο λειτουργικός ρόλος καθενός;

Ο Πλάτωνας θέλοντας να δώσει μια σύνθετη νοητική σύλληψη με τρόπο απλό κι εύληπτο χρησιμοποιεί μια σειρά εκφραστικών μέσων, που αφενός διευκολύνουν την κατανόηση όσων λέει κι αφετέρου τους προσδίδουν ιδιαίτερη παραστατικότητα.
  • Ο κυριότερος εκφραστικός τρόπος είναι φυσικά η αλληγορία, καθώς η όλη εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών δεν είναι παρά μια συνεχής μεταφορά ή παρομοίωση, με την οποία ο φιλόσοφος επιχειρεί να αναδείξει την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πολίτες που δεν έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση. Όπως, δηλαδή, οι δεσμώτες βλέπουν από την παιδικής τους ηλικία σκιές αντικειμένων που τις εκλαμβάνουν ως τη μόνη πραγματικότητα, έτσι και οι πολίτες αποδέχονται ως μόνη πραγματικότητα τα δεδομένα που δημιουργούν για εκείνους οι ισχυροί της κοινωνίας. Συνεπώς, όπως οι δεσμώτες μόλις λυθούν από τα δεσμά τους μπορούν να ανέβουν προς την έξοδο της σπηλιάς και ν’ αντικρίσουν το φως του ήλιου, έτσι και οι πολίτες μπορούν μέσω της παιδείας να ξεφύγουν από τα δεσμά της άγνοιας και να κατακτήσουν ολοένα και υψηλότερα επίπεδα γνώσης και αντίληψης, φτάνοντας κάποιοι από αυτούς μέχρι και στη θέαση της Ιδέας του Αγαθού. Μπορούν, έτσι, να φτάσουν στη συνειδητοποίηση πως υπάρχουν ιδεατές μορφές διαβίωσης και άρα να τις επιδιώξουν.
Η αλληγορία προσφέρει στο φιλόσοφο τη δυνατότητα της εύληπτης παρουσίασης μιας διανοητικής σύλληψης, η οποία θα ήταν δυσκολότερο να προσεγγιστεί μέσω της διαλεκτικής μεθόδου.
  • Ένας εκφραστικός τρόπος που λειτουργεί ενισχυτικά στην απόδοση της αλληγορίας είναι η χρήση εικόνων. Ο Πλάτωνας φροντίζει να δώσει την αλληγορία του με εικόνες (οπτικές, ακουστικές, κινητικές) που είναι πολύ οικείες στους ακροατές/αναγνώστες του, βοηθώντας τους έτσι να παραστήσουν ευκολότερα στη σκέψη τους τη δική του σύλληψη και συνάμα διευκολύνοντας τη διατήρησή της στη μνήμη τους. Τις ποικίλες εικόνες της αλληγορίας μπορούμε να τις διακρίνουμε: α) σε οπτικές, που είναι και οι περισσότερες (η εικόνα του σπηλαίου, των δεσμωτών, της φωτιάς, των σκιών, του τοιχίου κ.α.), β) σε μία κινητική (οι άνθρωποι που μεταφέρουν τα αντικείμενα) και γ) σε μία ακουστική (οι ομιλίες των ανθρώπων που μεταφέρουν τα αντικείμενα).
Εύλογο είναι πως κάθε επιμέρους εικόνα έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό στα πλαίσια της αλληγορίας. Έτσι, η σπηλιά σε ό,τι αφορά τους δεσμώτες συμβολίζει τον αισθητό κόσμο, τον κόσμο δηλαδή όπως γίνεται αντιληπτός με μόνη την επενέργεια των αισθήσεων, χωρίς παρέμβαση της λογικής και της διερεύνησης. Σε ό,τι αφορά τους πολίτες η σπηλιά είναι η πολιτική κοινωνία όπως διαμορφώνεται από τους κατέχοντες την εξουσία ο κόσμος που δεν τον κυβερνούν οι φιλόσοφοι και οι πεπαιδευμένοι, που θα επιδίωκαν το βέλτιστο δυνατό για τους πολίτες, αλλά ο κόσμος των τυχάρπαστων πολιτικών που επιδιώκουν μόνο ίδια οφέλη.
Οι δεσμώτες είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται στο κατώτερο επίπεδο γνώσης και άρα αποδέχονται ως αληθινό μόνο ό,τι αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις τους. Εγκλωβισμένοι στο σκοτάδι της άγνοιας θεωρούν πως οι σκιές των πραγμάτων είναι η αληθινή εικόνα του κόσμου, στοιχείο που βρίσκει το αντίστοιχό τους στους απαίδευτους πολίτες που δεν αμφισβητούν τα δεδομένα της πολιτικής ζωής καθώς θεωρούν πως αυτά αποτελούν τη μόνη πιθανή έκφανση της πραγματικότητας. Πολίτες που γίνονται υποχείρια των ισχυρών της κοινωνίας, καθώς δεν έχουν την απαιτούμενη κριτική ικανότητα, δεν έχουν το πνευματικό εκείνο επίπεδο που θα τους επέτρεπε να διεκδικήσουν την καλύτερη δυνατή οργάνωση και λειτουργία της πολιτείας, όπως αυτή θα τους περεχόταν αν οι φιλόσοφοι και οι πεπαιδευμένοι είχαν τον έλεγχο της κοινωνίας.
Οι σκιές είναι το κακέκτυπο της πραγματικότητας που παρέχει στους ανθρώπους η προσέγγιση του κόσμου με μόνο μέσο τις αισθήσεις. Σύμφωνα με την εικόνα που πλάθει ο φιλόσοφος, αν οι άνθρωποι δεν είχαν καμία απολύτως παιδεία και δεν είχαν αναπτύξει την κριτική τους σκέψη, ο τρόπος που θα αντιλαμβάνονταν τον κόσμο γύρω τους θα ήταν τόσο ελλιπής και τόσο διαστρεβλωμένος, σα να έβλεπαν ακριβώς μόνο τις σκιές των πραγμάτων.
Η εικόνα αυτή των δεσμωτών που βλέπουν μόνο τις σκιές και ακούν μόνο τις ομιλίες εκείνων που μεταφέρουν τα αντικείμενα, θεωρώντας πως ακούν τις ομιλίες των σκιών, αποδίδει με εκπληκτική ενάργεια την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι που δεν έχουν λάβει την αναγκαία παιδεία.
Το επίπεδο βέβαια της «εικασίας» είναι το κατώτερο δυνατό επίπεδο γνώσης, καθώς σε αυτό οι άνθρωποι προσεγγίζουν τον κόσμο μόνο με όσα τους προσφέρουν οι αισθήσεις τους, χωρίς καν να έχουν επίγνωση της ύπαρξης των αισθήσεων και φυσικά χωρίς να έχουν επίγνωση της πλήρους άγνοιας στην οποία βρίσκονται.
Τα δεσμά συμβολίζουν τις αισθήσεις, οι οποίες αν και βοηθούν τους ανθρώπους ν’ αντιληφθούν τα πράγματα γύρω τους, εντούτοις αν δε συνοδεύονται από τη χρήση της σκέψης και της λογικής, τότε παρέχουν μηδαμινά δεδομένα και φυσικά μια ελλιπέστατη κατανόηση της πραγματικότητας.
Το τοιχίο, το οποίο δεν επιτρέπει στους δεσμώτες να δουν τη φωτιά, αλλά και αυτούς που μεταφέρουν τα αντικείμενα, είναι το στοιχείο εκείνο που συντείνει στο να παραμένουν οι άνθρωποι δέσμιοι της πλάνης και της άγνοιας. Αν δεν υπήρχε το τοιχίο, οι δεσμώτες πολύ σύντομα θα κατανοούσαν πως ό,τι βλέπουν είναι το αποτέλεσμα μιας δράσης που τελείται σ’ ένα διαφορετικό επίπεδο. Θα αντιλαμβάνονταν δηλαδή πως η εικόνα που έχουν για τον κόσμο είναι παράγωγο των αισθήσεων και άρα θα προχωρούσαν στο αμέσως ανώτερο επίπεδο γνώσης, την «πίστιν», στο οποίο η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στρέφεται στις ίδιες τις αισθήσεις και όχι στο προϊόν αυτών.
Η φωτιά, μαζί με τους ανθρώπους που μεταφέρουν τα αντικείμενα, συμβολίζει τις αισθήσεις και τη σχετική μεταφορά των δεδομένων στην αντίληψη του ανθρώπου. Έτσι, το τεχνητό φως της φωτιάς είναι η πρωταρχική πηγή γνώσης για τους ανθρώπους, που φυσικά δεν επαρκεί και δε συγκρίνεται με το φως του ήλιου, με τη γνώση που κατέχουν οι άνθρωποι μέσω της νόησης, της λογικής δηλαδή και της σκέψης.
Ο φωτεινός κόσμος έξω από τη σπηλιά είναι φυσικά ο κόσμος των ιδεών, η πραγματικότητα όπως γίνεται αντιληπτή με την πλήρη χρήση των νοητικών λειτουργιών. Η θέαση του κόσμου των ιδεών που κατακτάται μόνο μέσω της διαδικασίας της παιδείας φέρνει τους ανθρώπους στο γνωστικό επίπεδο της «διάνοιας».
Ενώ ο ήλιος συμβολίζει το ανώτατο επίπεδο γνώσης, τη θέαση της Ιδέας του Αγαθού (το ανώτατο επίπεδο γνώσης, η «νόηση», επιφυλάσσεται για τους βέλτιστους των πολιτών).
  • Στους εκφραστικούς τρόπους του κειμένου θα πρέπει επίσης να εντάξουμε τη διαλογική του απόδοση, η οποία ενισχύει τη ζωντάνια της περιγραφής και την καθιστά πιο ενδιαφέρουσα για τον αναγνώστη. Με τη χρήση άλλωστε του β΄ προσώπου στα ρήματα του κειμένου ο αναγνώστης εκλαμβάνει τις προτροπές του φιλοσόφου πιο άμεσα, σα να ζητά απ’ τον ίδιο ο φιλόσοφος να φανταστεί το σπήλαιο και τους δεσμώτες.
  • Τέλος να σημειώσουμε την παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο Πλάτωνας, όταν αναφέρεται στο τοιχίο που βρίσκεται ανάμεσα στους δεσμώτες και τη φωτιά ένα τοιχίο, όπως αυτό που χρησιμοποιούν οι ταχυδακτυλουργοί. Η παρομοίωση αυτή βοηθά ακόμη περισσότερο τους ακροατές/αναγνώστες να συσχετίσουν τις εικόνες που προσλαμβάνουν οι δεσμώτες με μια παράσταση, με κάτι το φτιαχτό. Οι σκιές, άλλωστε, που βλέπουν οι δεσμώτες, δεν είναι παρά η ατελής απεικόνιση της πραγματικότητας, όπως αυτή προκύπτει με μόνη τη συνδρομή των αισθήσεων. Παρόμοια ελλιπής είναι κι εικόνα που έχουν οι πολίτες για την πραγματικότητα της πολιτείας, αφού όλα όσα βιώνουν δεν είναι παρά προϊόν της θέλησης εκείνων που κατέχουν την εξουσία. Μόνο μέσω της παιδείας οι πολίτες θα κατανοήσουν το βαθμό στον οποίο οι έχοντες την εξουσία επηρεάζουν και διαμορφώνουν τα της πολιτείας, έτσι ώστε να εξυπηρετούνται τα δικά τους συμφέροντα.

Να χαρακτηρίσετε τη γλώσσα και το ύφος του Πλάτωνα στην αλληγορία του σπηλαίου και να εξηγήσετε το χαρακτηρισμό σας.

Ο Πλάτωνας φροντίζει ώστε η γλώσσα που χρησιμοποιεί, αλλά και το συνολικό ύφος της αλληγορίας να διακρίνεται από απλότητα. Συνθέτει την περιγραφή του με λέξεις του καθημερινού λόγου (σπήλαιον, παίδων, δεσμῶν, σκέλη, αὐχένας, πυρός, δεσμωτῶν κ.α.) και με εικόνες πολύ οικείες στους ακροατές, προκειμένου να σχηματίσουν εύκολα στη σκέψη τους τη συνολική εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών. Έτσι, μια σύνθετη φιλοσοφική σκέψη τρέπεται σε μια εύληπτη εικόνα που κεντρίζει το ενδιαφέρον και εντυπώνεται στη μνήμη του ακροατή.
Παρατηρούμε πως προκειμένου να επιτύχει ακρίβεια στη διατύπωση και συνάμα να διατηρήσει συνοπτική τη διατύπωσή του χρησιμοποιεί αρκετούς σύνθετους ρηματικούς τύπους, καθώς με αυτούς εκφράζονται μονολεκτικά επιπλέον επιρρηματικές σχέσεις: περιάγειν (περιφέρω, περιστρέφω), παρῳκοδομημένον (αυτό που έχει οικοδομηθεί κοντά ή απέναντι), ὑπερέχοντα (αυτά που βρίσκονται πάνω από κάτι, ψηλότερα από κάτι), παραφερόντων (αυτοί που κρατούν κάτι και το παρουσιάζουν από μακριά).
Προκειμένου, επίσης, να δώσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τις λεπτομέρειες της εικόνας του σπηλαίου χρησιμοποιεί επίθετα, τα οποία όχι μόνο ενισχύουν την παραστατικότητα του κειμένου, αλλά και την ποιητικότητα του λόγου: καταγείῳ (υπόγειος, αυτός που βρίσκεται μέσα στη γη), σπηλαιώδει (που μοιάζει με σπηλιά), μακράν, ἄτοπον (αλλόκοτος, παράδοξος). Αντιστοίχως, θέλοντας να αποδώσει με έμφαση το βάθος του σπηλαίου και την απόσταση που χωρίζει τους δεσμώτες από τη φωτιά και την έξοδο του σπηλαίου χρησιμοποιεί πολλά τοπικά επιρρήματα, που ενισχύουν την ακρίβεια στην περιγραφή: πρόσθεν, ἄνωθεν (από πάνω), πόρρωθεν (από μακριά), ὄπισθεν, μεταξύ, ἐπάνω.
Με την ποικιλία, άλλωστε, των εκφραστικών τρόπων δίνει ζωντάνια στην περιγραφή του και κατορθώνει συνολικά να δομήσει την αλληγορία του ευσύνοπτα, παραστατικά, με ακρίβεια και σαφήνεια, δημιουργώντας μια εικόνα που εγκλωβίζει με μεγάλη αποτελεσματικότητα τη σκέψη και τη φαντασία του αναγνώστη.


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Πλάτωνα Πολιτεία Ενότητα 12 (Σιμωνίδης ο Κείος «Η αρετή»)

Να συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο αποδίδει την έννοια του ἀγαθοῦ στην αλληγορία του σπηλαίου ο Πλάτων με την περιγραφή της ἀρετῆς στο ακόλουθο ποίημα του Σιμωνίδη του Κείου.

Η αρετή

Ένας λόγος λέει: Σε βράχια
η Αρετή δυσκολοπάτητα φωλιάζει
κι έναν τόπο θείο και πάναγνο αφεντεύει·
δεν μπορούν του καθενός θνητού τα μάτια
να τη δουν· την αντικρίζει μόνο εκείνος
που από μέσα του ο ιδρώτας, σπαραγμός
της καρδιάς του, θ’ αναβρύσει,
μόνο εκείνος που ως τ’ ακρόκορφο θα φτάσει
της αντρείας.

(μτφρ. Θρ. Σταύρου)

Ο Πλάτωνας θέλοντας να τονίσει πόσο πραγματικά δύσκολο είναι να φτάσει κανείς στη θέαση του αγαθού, στον υψηλότερο δηλαδή αναβαθμό γνώσης και αντίληψης, παρομοιάζει την απαιτούμενη παιδευτική διαδικασία, με την απόδραση από ένα σπήλαιο όπου ο άνθρωπος βρίσκεται αλυσοδεμένος και ακινητοποιημένος. Απόδραση, η οποία καθίσταται εξαιρετικά επίπονη, καθώς ο δεσμώτης πρέπει όχι μόνο να ξεφύγει από τα δεσμά του (τις πλάνες του αισθητού κόσμου), αλλά ν’ ακολουθήσει κι έναν ανοδικό δρόμο που θα τον φέρει στο φως του πραγματικού ήλιου (κόσμος της καθαρής νόησης / κόσμος των ιδεών), όπου θα πρέπει να συνειδητοποιήσει και ν’ αποδεχτεί πως όσα μέχρι τότε πίστευε ως αληθινά, δεν ήταν παρά σκιές κακέκτυπων αντιγράφων. Ενώ, συνάμα, θα πρέπει ν’ αναλάβει και την ευθύνη ν’ αποκαλύψει αυτή τη νέα πραγματικότητα στους συμπολίτες του, έστω κι αν γνωρίζει πως δύσκολα θα γίνει πιστευτός∙ έστω κι αν θα πρέπει να θυσιάσει τη δική του ευδαιμονία απ’ τη θέαση του αγαθού, για χάρη των άλλων ανθρώπων που είναι ακόμη δέσμιοι της άγνοιάς τους.
Η παιδευτική διαδικασία που οδηγεί στη θέαση του αγαθού είναι πολλαπλά απαιτητική και χρειάζεται βαθιά και ουσιαστική προσήλωση του ατόμου στον παιδευτικό του στόχο, προκειμένου να υπερβεί όλες τις αντιξοότητες. Είναι, παράλληλα, μια πορεία που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από όλους τους ανθρώπους, μιας και δεν έχουν όλοι από τη φύση τους τα αναγκαία πνευματικά χαρίσματα. Το αγαθό, επομένως, δίνεται από τον Πλάτωνα ως κάτι το δυσεπίτευκτο, το οποίο προορίζεται για τους λίγους εκείνους εκλεκτούς ανθρώπους που έχουν εκ φύσεως τη νοητική ικανότητα να ξεπεράσουν τα περιορισμένα αντιληπτικά όρια των αισθήσεων, και να φτάσουν σε μια αμιγώς νοητική πρόσληψη των πραγμάτων και των εννοιών.
Το αγαθό ως μια δυσεπίτευκτη μεν, αλλά απόλυτης καθαρότητας νοητική κατάσταση, όπου οι έννοιες και οι ιδέες παρουσιάζονται στην πραγματική και άρτια μορφή τους, βρίσκει το ανάλογό του στην ιδέα της αρετής, όπως αυτή δίνεται στο ποίημα του Σιμωνίδη. Η αρετή εξουσιάζει έναν τόπο θεϊκό και απόλυτα αγνό, έναν τόπο αμιγούς και αμόλυντης αγνότητας, όπως ακριβώς το αγαθό εντοπίζεται σ’ έναν χώρο καθαρά πνευματικό και ανέγγιχτο απ’ τους περιορισμούς των ελλιπών ανθρώπινων αισθήσεων. Εντοπίζουμε, έτσι, τη θέληση των δύο δημιουργών να τονίσουν πως πρόκειται για έννοιες οι οποίες στην απόλυτη έκφανσή τους, συνιστούν τον ανώτατο βαθμό πνευματικής και ηθικής εξέλιξης αντίστοιχα. Επιτεύξεις, μάλιστα, που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν από όλους τους ανθρώπους, καθώς τόσο η θέαση του αγαθού όσο και η θέαση της αρετής αποτελούν ένα μέγιστο προνόμιο που επιφυλάσσεται για λίγους μόνο ανθρώπους.
Άλλωστε, όπως η θέαση του αγαθού απαιτεί μια κοπιώδη ανοδική πορεία πνευματικής εξέλιξης, έτσι κι η κατάκτηση της αρετής ζητά μια κορύφωση ανδρείας, καθώς για να φτάσει κανείς στην απόλυτη αρετή οφείλει να έχει υπέρμετρη ηθική και ψυχική δύναμη. Η αρετή, σε μεταφορικό επίπεδο, εντοπίζεται σε βράχια που δύσκολα μπορεί κανείς να τα πατήσει, και χρειάζεται να βιώσει κάποιος τον σπαραγμό της καρδιάς του, να πονέσει δηλαδή ψυχικά, προκειμένου να κριθεί άξιος για να την αντικρίσει. Ο ψυχικός αυτός πόνος και το ζητούμενο αποκορύφωμα της ανδρείας, αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις διότι ο πραγματικά ενάρετος άνθρωπος πρέπει να υπερνικήσει τις εσωτερικές του ελλείψεις, τις υποδεέστερες επιθυμίες και τις συνήθεις μικροπρέπειες της ανθρώπινης φύσης, κι επιπλέον οφείλει να αναμετρηθεί με τις αντίστοιχες αυτές ελλείψεις των συνανθρώπων του. Χρειάζεται, επομένως, ένα δυσθεώρητο επίπεδο ψυχικής δύναμης για να κατορθώσει κάποιος να καταστεί αληθινά ενάρετος, αλλά και να παραμείνει ενάρετος.

Να εντοπίσετε στο κείμενο τους όρους (λέξεις) που χρησιμοποιεί ο Πλάτων για να χαρακτηρίσει το ἀγαθό, την πορεία προς αυτό και την προσέγγισή τουΤι αποκαλύπτουν για τη φύση του ἀγαθοῦ;

μέγιστον μάθημα, ἀναβῆναι, ἀνάβασιν, ἀναβάντες, ἴδωσι, ἀφικέσθαι, ἰδεῖν

Το αγαθό αποτελεί, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, το σημαντικότερο μάθημα, το υψηλότερο πνευματικό επίτευγμα για έναν άνθρωπο, κι είναι κάτι που σίγουρα δεν επιτυγχάνεται εύκολα ή άκοπα. Η πορεία προς τη θέαση του αγαθού συνιστά μια εξαιρετικά απαιτητική «ανάβαση», καθώς η πνευματική εξέλιξη πραγματώνεται μόνο μέσω συνεχούς και κοπιώδους προσπάθειας.
Ο Πλάτωνας για να αισθητοποιήσει τη δυσκολία της παιδευτικής διαδικασίας επιλέγει λέξεις που να δηλώνουν την ανάβαση, φέρνοντας στο νου το κοπιαστικό περπάτημα σ’ έναν ανηφορικό δρόμο. Σηματοδοτεί, μάλιστα, την ύπαρξη του ευτυχούς τερματισμού της προσπάθειας δηλώνοντας την άφιξη στο χώρο εκείνο που θα είναι πια δυνατή η θέαση του αγαθού. Ωστόσο, ο Πλάτωνας αναφέρεται σε απλή θέαση και όχι σε κτήση του αγαθού, μιας και η επίτευξη του υψηλότερου αναβαθμού νοητικής ανάπτυξης επιτρέπει απλώς στον άνθρωπο να αντιληφθεί την τελειότητα του κόσμου των Ιδεών. Ο πεπαιδευμένος επιβραβεύεται με το προνόμιο της συνειδητοποίησης της αρτιότητας που έχουν οι ιδέες και οι έννοιες στην τελειότερη έκφανσή τους, αλλά δεν μπορεί μήτε να τις οικειοποιηθεί μήτε να τις αξιοποιήσει. Αντικρίζει για μια στιγμή ό,τι είχε δει κι η αθάνατη ψυχή του -έστω κι αν στην πορεία το λησμόνησε- και συνεχίζει από εκείνο το σημείο την προσπάθειά του να μεταδώσει στους συμπολίτες τους την ιδέα πως ο κόσμος των αισθήσεων κι ο κόσμος των υλικών πραγμάτων, που τους κρατούν δέσμιους, δεν είναι σε καμία περίπτωση το ιδανικό εκείνο που θα έπρεπε να επιδιώκουν.

Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι απρόθυμοι να αναλάβουν ηγετικές (πολιτικές) θέσειςΠοια χαρακτηριστικά νομίζετε ότι έχουν συνήθως όσοι δεν επιθυμούν τέτοιες θέσεις;

Η απροθυμία των φιλοσόφων, των πεπαιδευμένων δηλαδή ανθρώπων, όπως την αποδίδει ο Πλάτωνας, συναντάται και στις μέρες μας, καθώς πολλοί επιστήμονες και πνευματικοί εν γένει άνθρωποι, επιλέγουν συνειδητά να απέχουν από τα κοινά. Παρόλο που κατέχουν, χάρη στην παιδεία τους, τη δυνατότητα μιας καίριας και ουσιαστικής ματιάς πάνω στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτιμούν την ενασχόληση με την επιστήμη τους, μιας και γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει για κάποιον η ανάληψη μιας πολιτικής θέσης.
Γνωρίζουν πως επί της ουσίας δεν πρόκειται να εισακουστούν οι δικές τους απόψεις και πως δεν πρόκειται να επιτύχουν κάποιο ουσιαστικά επωφελές αποτέλεσμα. Γνωρίζουν πως στην πραγματικότητα θα κληθούν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα ισχυρών παραγόντων, προδίδοντας τα ιδεώδη και τα πιστεύω τους. Γνωρίζουν πως θα πρέπει διαρκώς να συμβιβάζονται με τις ιδιοτελείς απαιτήσεις εκείνων που μπορούν να ασκήσουν τις κατάλληλες πολιτικές πιέσεις, ενώ συνάμα θα πρέπει να παρουσιάζουν τις σκόπιμες και επιβεβλημένες αυτές πολιτικές ως δήθεν σωστές και αρμόζουσες για τα συμφέροντα των πολιτών. Θα βρεθούν, μάλιστα, αντιμέτωποι όχι μόνο με διεφθαρμένους παράγοντες μικροπολιτικής, αλλά και με τις θελήσεις εκείνων που έχουν την πραγματική πολιτική δύναμη, κι οι οποίοι δεν έχουν φυσικά καμία πρόθεση να υπηρετήσουν το κοινό καλό, μιας και οι δικές τους επιδιώξεις απαντούν μόνο στα οικονομικά συμφέροντα ακόμη ισχυρότερων ομάδων.
Η εποχή που ο Edward Hale έλεγε: «Είμαι μόνο ένας, αλλά είμαι ένας», εννοώντας πως έστω κι ένα άτομο μπορεί να κάνει τη διαφορά, αν πράξει ό,τι του είναι εφικτό, έχει παρέλθει πια για το χώρο της πολιτικής. Πλέον, ακόμη κι αν ένας πνευματικός άνθρωπος, με τις καλύτερες των προθέσεων, θελήσει να ορθώσει το ανάστημά του και να εκφράσει μια άποψη που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών, θα γνωρίσει σύντομα τη δραστική του υπονόμευση με κάθε πιθανό τρόπο.
Εννοείται, βέβαια, πως καμία εποχή δεν συγχωρεί τη μοιρολατρία και την ηττοπάθεια, και πως το ζητούμενο για τους επιστήμονες και τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας, είναι να σταθούν στο πλευρό των πολιτών και να αγωνιστούν, έστω και με προσωπικό κόστος, για το όφελος των πολλών. Ωστόσο, όπως στην εποχή του Πλάτωνα οι φιλόσοφοι προτιμούσαν τη μακαριότητα των πνευματικών ενασχολήσεων και απείχαν από τα κοινά, έτσι και στις μέρες μας οι άνθρωποι των επιστημών προτιμούν εύλογα να διαφυλάξουν το προσωπικό τους ήθος, μακριά από τη διαφθορά και τις αφόρητες πιέσεις της πολιτικής. Παράλληλα, βέβαια, επιθυμούν να διασώσουν και την κοινωνική ή και επαγγελματική τους θέση -που κατέκτησαν με μεγάλο προσωπικό κόπο- παρά να εμπλακούν σ’ έναν χώρο που δυνητικά μπορεί να τους οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες, αν δεν ακολουθήσουν τις επιταγές εκείνων που ελέγχουν κάθε σημαντική πολιτική απόφαση.     
Η αποποίηση πολιτικών θέσεων στις μέρες δεν είναι επομένως απλή απόρροια μιας αντικοινωνικής διάθεσης ή, όπως το έθετε ο Πλάτωνας, επιθυμίας για προσωπική γαλήνη και ευδαιμονία. Είναι πολύ περισσότερο αποτέλεσμα της επίγνωσης όλων εκείνων των δεινών που συνοδεύουν την είσοδο στο χώρο της πολιτικής. Οι άνθρωποι των επιστημών και των γραμμάτων αντιλαμβάνονται πως η συμμετοχή τους στα πολιτικά πράγματα μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε με την πλήρη υποταγή τους στις θελήσεις των ισχυρών, και άρα με την ηθική τους εξαχρείωση, είτε αντιπολιτευτικά με την άσκηση κοινωνικού και πολιτικού ελέγχου, και άρα με την αποδοχή μιας ισχυρής πολεμικής εις βάρος τους από ποικίλες κατευθύνσεις. Εύλογα, λοιπόν, η απόφαση αυτή δεν μπορεί να ληφθεί ούτε εύκολα ούτε απ’ όλους. 


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Πλάτωνα Πολιτεία Ενότητα 12: Λεξιλογικές – Σημασιολογικές ασκήσεις

μάκαρ -αρος: η λέξη σήμαινε στην αρχαία ευλογημένος, ευτυχισμένος, ευδαίμων και αναφερόταν κυρίως στους θεούς, ενώ αργότερα (στην αρχαία και πάλι) μάκαρες ήταν και οι νεκροί.
Να γράψετε στη νέα ελληνική φράσεις χρησιμοποιώντας παράγωγα της λέξης και να δηλώσετε τη σημασία τους.

ο μακαριότατος αρχιεπίσκος, μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, στην εκκλησία έψαλλαν τους μακαρισμούς, ο μακαριστός Σεραφείμ, ο μακαρίτης ο πατέρας μου, τον μακάριζαν για την τύχη του.

μακάριος: αυτός που έχει βρει την απόλυτη ευτυχία και γαλήνη, σαν να έχει δεχθεί ύψιστη ευλογία [μακάριοι οι κατέχοντες (λατινικά: beati possidentes) ευτυχισμένοι όσοι κατέχουν κάτι]
Μακαριότατος: προσφώνηση πατριαρχών και αρχιεπισκόπων, όταν πρόκειται για αυτοκέφαλη εκκλησία, ενώ Σεβασμιότατος, όταν πρόκειται για μη αυτοκέφαλη εκκλησία.
μακαριότητα: απόλυτη ευτυχία και γαλήνη / έλλειψη κάθε ανησυχίας, η κατάσταση απόλυτης ηρεμίας και απαλλαγής από τα πάθη.
μακαρισμός: το καλοτύχισμα, η ευλογία για κάποιον που όλα στη ζωή του πάνε καλά.
μακαρισμοί: οι εννέα σύντομοι αφορισμοί, με τους οποίους αρχίζει η Επί του Όρους Ομιλία του Ιησού. [Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. ...]
μακαριστός: αυτός που θεωρείται καλότυχος και ευλογημένος. Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης για αποθανόντες ιερωμένους.
μακαρίτης: ο νεκρός (επειδή με τον θάνατό του γλίτωσε από τα βάσανα της ζωής).
Η έννοια του θανάτου και κάθε αναφορά σε θανόντες είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητα θέματα στη γλωσσική επικοινωνία όλων των γλωσσών. Στην Ελληνική, στις περιπτώσεις αναφοράς σε θανόντες συνήθως χρησιμοποιούνται ευφημιστικοί χαρακτηρισμοί, που συνδέονται με την έννοια της «ευχυτίας»: μακαρίτης (κυριολεκτική σημασία «ευτυχισμένος» από το αρχ. μάκαρ, από όπου και το μακάριος) και, προκειμένου για ιερωμένους, μακαριστός.  
[Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γιώργου Μπαμπινιώτη]

μάκαρ                   μάκαρες
μάκαρος               μακάρων
μάκαρι                  μάκαρσι
μάκαρα                 μάκαρας
μάκαρ                   μάκαρες

Ποια είναι η σημασιολογική διαφορά των ρημάτων: α) διατρίβω – καταμένω - ἀποικίζομαι, β) ἐπιτρέπω - ἐάω-ῶ και ποια η σημασία καθενός στο κείμενο;

α)
διατρίβω: τρίβω μεταξύ, τρίβω ισχυρώς, κατατρίβω, καταναλίσκω / μτφρ.  σπαταλώ χρόνο, ενασχολούμαι, ζω / χάνω χρόνο, αναβάλλω, αργοπορώ.
Στο κείμενο: διατρίβω διὰ τέλους: απασχολούμαι ως το τέλος της ζωής μου

καταμένω: μένω πίσω, μένω διαρκώς σε κάποιο τόπο, παραμένω συνεχώς σε κάποια κατάσταση.
Στο κείμενο: αὐτοῦ καταμένω: μένω συνεχώς στον ίδιο τόπο

ἀποικίζομαι: είμαι εγκατεστημένος σε μακρινή χώρα, μεταναστεύω, μετοικίζω.
Στο κείμενο: ἀπῳκίσθαι (απαρ. πθτ. πρκ. του ἀποικίζω)· ἀπῴκισμαι: είμαι εγκατεστημένος σε χώρα μακρινή

β)
ἐπιτρέπω: τρέπω, στρέφω προς, αφήνω, δίνω την άδεια, εμπιστεύομαι τη φύλαξη, έχω κλίση προς κάτι, αναθέτω σε κάποιον κάτι.
Στο κείμενο: ἐπιτρέπεται: τους είναι επιτρεπτό

ἐάω-ῶ: αφήνω, αφήνω κατά μέρος, με την έννοια της αδιαφορίας ή της αμέλειας, ανέχομαι, δεν εμποδίζω, συγχωρώ, παραμελώ, αδιαφορώ, δεν ασχολούμαι.
Στο κείμενο: ἐωμένους: αυτοί που έχουν αφεθεί

ἀναβῆναι, ἀναβάντες, ἀνάβασιν: Ποια σημασία έχει αυτή η επιλογή των λέξεων από τον Πλάτωνα;

Οι λέξεις που έχει χρησιμοποιήσει ο Πλάτωνας για να δηλώσει την πορεία προς τη θέαση του αγαθού, εμπεριέχουν την έννοια της ανοδικής πορείας, υποδηλώνοντας έτσι την κοπιώδη προσπάθεια που αυτή απαιτεί. Ο άνθρωπος που δραπετεύει από τα δεσμά της άγνοιας, ο άνθρωπος που κατορθώνει να ξεφύγει από την πλάνη του σκοτεινού σπηλαίου, οφείλει να ακολουθήσει ένα δρόμο ανηφορικό και δύσκολο. Ωστόσο, παρά το γεγονός πως η εκπαιδευτική διαδικασία είναι εξαιρετικά απαιτητική, προσφέρει συνάμα στον άνθρωπο τη χαρά της επίτευξης.
Η άνοδος, επομένως, υποδηλώνει ταυτόχρονα τόσο τον κόπο που είναι αναγκαίος για να πραγματοποιηθεί, όσο και την αίσθηση της επίτευξης που αντλεί το άτομο, καθώς βλέπει τις προσπάθειές του να επιβραβεύονται με μια ολοένα καθαρότερη θέαση των πραγμάτων. Πρόκειται, έτσι, για μια εξαιρετικά επίπονη πορεία, που απαιτεί συνειδητή προσπάθεια από τη μεριά του ατόμου, αλλά πρόκειται και για μια ανοδική πορεία που προσφέρει μια πλούσια ανταμοιβή.

ἐπιτροπεύω: Ποια είναι η αρχική σημασία της λέξης και ποια σημασία έχει στο κείμενο;

ἐπιτροπεύω: Είμαι επίτροπος, κηδεμών, θεματοφύλακας, ρυθμιστής.
Στο κείμενο: ἐπιτροπεῦσαι· ἐπιτροπεύω: κυβερνώ, διοικώ


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Πλάτωνα Πολιτεία Ενότητα 13 (ο σκοπός του νόμου)

νόμῳ οὐ τοῦτο μέλει, ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει, ἀλλ’ ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι: Ποιος είναι ο σκοπός του νόμου σύμφωνα με τον ΠλάτωναΝα συγκρίνετε την άποψη αυτή με την άποψη του Πρωταγόρα για το νόμο, όπως εκφράζεται στον ομώνυμο διάλογο.
(Μπορείτε να συμβουλευθείτε το σχετικό απόσπασμα στην 7η ενότητα του βιβλίου σας, σ. 90, ιδίως την τελευταία παράγραφο).

συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ, ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἣν ἂν ἕκαστοι τὸ κοινὸν δυνατοὶ ὦσιν ὠφελεῖν καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει, οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται, ἀλλ’ ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως. 
[ενώνοντας σε ένα αρμονικό σύνολο τους πολίτες με την πειθώ και τη βία, κάνοντας να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια την οποία ο καθένας είναι σε θέση να προσφέρει στο σύνολο και ο ίδιος διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες μέσα στην πόλη, όχι για να τους αφήνει να πηγαίνουν, όπου θέλει ο καθένας, αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος ως δεσμούς που ενώνουν την πόλη.]

Ο Πλάτωνας μέσω του Σωκράτη διατυπώνει την άποψη πως εκείνο που ενδιαφέρει τον νόμο δεν είναι η υπερβολική ευδαιμονία μιας μόνο μερίδας των πολιτών, αλλά η διασφάλιση της ευδαιμονίας για όλη συλλογικά την πόλη. Δίκαιη, αλλά και απαιτητική μέριμνα, για την επίτευξη της οποίας ο νόμος επιτελεί τριπλή λειτουργία:

1. συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ

Η πρώτη βασική λειτουργία του νόμου είναι η συνένωση των πολιτών σ’ ένα αρμονικό σύνολο∙ συνένωση που αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνικής συνύπαρξης, παρουσιάζει όμως σημαντικές δυσκολίες κατά την πραγμάτωσή της. Καθώς, προκειμένου οι πολίτες να βρουν μεταξύ τους την αναγκαία ισορροπία, οφείλει ο καθένας να αντιλαμβάνεται τη θέση που του αρμόζει μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας και να παραμένει σε αυτή, χωρίς ν’ αποζητά ρόλους ή δικαιώματα που δεν του αναλογούν. Κι αν αυτό μοιάζει εύκολο ή εύλογο, στην πραγματικότητα δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τη δυνατότητα να κρίνουν αντικειμενικά τον εαυτό τους και ν’ αποδεχτούν τα όρια των ικανοτήτων και προοπτικών τους. Στοιχείο που δημιουργεί δυσαρμονία στην κοινωνική συνοχή, υπό την έννοια πως πολίτες που από τη φύση τους δεν έχουν τα αναγκαία προσόντα και τις απαιτούμενες ικανότητες επιζητούν να διακριθούν σε τομείς που δεν μπορούν να τους υπηρετήσουν επάξια ή επιζητούν προνόμια που δεν τα δικαιούνται.
Ο νόμος, επομένως, οφείλει είτε με την πειθώ είτε με τη βία να επιφέρει την αναγκαία εξισορρόπηση ανάμεσα στους πολίτες. Ο νόμος οφείλει, δηλαδή, να πείσει τους πολίτες να κινούνται στα όρια που τους πρέπουν και να μην επιδιώκουν και να μην επιθυμούν επιτεύξεις που είναι έξω από τις δυνατότητές τους. Ως πειθώ εκλαμβάνουμε την έγκαιρη διαπαιδαγώγηση των πολιτών, ώστε να αντιλαμβάνονται την αξία του νόμου και να υπακούν εκουσίως σε αυτόν. Ενώ, αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, τότε ο νόμος θα πρέπει να καταφύγει στη βία για να επαναφέρει κάθε πολίτη στη θέση του. Ως βία εκλαμβάνουμε τα μέσα που έχει ο νόμος, όπως είναι οι ποινές και οι κυρώσεις, για να επιβάλει τη θέλησή του.
Η δυσαρμονία στη συνένωση των πολιτών μπορεί να λάβει ποικίλες μορφές, οι οποίες συνιστούν κάθε φορά παρεκβάσεις από την έννοια της δικαιοσύνης και του αλληλοσεβασμού που πρέπει να διέπει τις σχέσεις των πολιτών. Αν αντικρίσουμε το ζήτημα σε επίπεδο ατόμου, μπορούμε να λάβουμε υπόψη μας -με όρους του Πλάτωνα- τη συνήθη πιθανότητα της επικράτησης του ἀλόγιστου ή ἐπιθυμητικού μέρους της ψυχής, που είναι και το πιο φιλοχρήματο και φιλοκερδές, και την ώθηση έτσι του ανθρώπου σε πράξεις απληστίας, προκειμένου να ικανοποιήσει εγωιστικές τάσεις και επιθυμίες. Ο Πλάτωνας, άλλωστε, λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τη διαβρωτική επενέργεια του χρήματος και του πλούτου στις συνειδήσεις των ανθρώπων, γι’ αυτό και καθορίζει εξαρχής έναν εξαιρετικά λιτό βίο για τους άρχοντες.
Σε ό,τι αφορά λοιπόν την πρώτη λειτουργία του νόμου διαπιστώνουμε πως σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με πτυχές της κοινωνικής ύπαρξης των ατόμων, όπως είναι η δικαιοσύνη κι ο αλληλοσεβασμός. Μιας και η αρμονική συνύπαρξη των πολιτών πραγματώνεται πληρέστερα, αν κάθε πολίτης έχει αυξημένο το αίσθημα δικαίου, αλλά και το αίσθημα σεβασμού απέναντι στους συνανθρώπους του. Καθίσταται, το δίχως άλλο, δυσκολότερη η εγωκεντρική και πείσμων διεκδίκηση ατομικών συμφερόντων για έναν πολίτη που δεν θέλει ν’ αδικήσει τους συμπολίτες του.

2. ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἣν ἂν ἕκαστοι τὸ κοινὸν δυνατοὶ ὦσιν ὠφελεῖν

Η δεύτερη λειτουργία του νόμου καλύπτει περισσότερο την οικονομική πλευρά της κοινωνικής συνύπαρξης, διασφαλίζοντας την αυτάρκεια της πόλης με τον κατάλληλο καταμερισμό των εργασιών. Εφόσον κάθε άνθρωπος έχει μια σειρά ικανοτήτων και δεξιοτήτων, που του επιτρέπουν να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός σε μια συγκεκριμένη ενασχόληση, τότε το μέγιστο δυνατό όφελος για την πόλη προκύπτει, αν κάθε πολίτης ασχολείται με τον τομέα που του ταιριάζει. Ο καταμερισμός αυτός προσφέρει στην πόλη επάρκεια αγαθών, αλλά και στο ίδιο το άτομο την ικανοποίηση πως μπορεί να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο στο οποίο είναι ενταγμένο. Ο πολίτης αισθάνεται χρήσιμος, απολαμβάνει το σεβασμό των συμπολιτών του και συνάμα μαθαίνει να εκτιμά την προσφορά των συνανθρώπων του σε δράσεις που ο ίδιος δεν θα μπορούσε να επιτελέσει.
Ο καταμερισμός των εργασιών, επομένως, λειτουργεί παράλληλα κι ως συνεκτικός δεσμός ανάμεσα στους πολίτες καθώς ενισχύει τον αλληλοσεβασμό και την αμοιβαία εκτίμηση. Ωστόσο, προκύπτει και σ’ αυτή την περίπτωση το ζήτημα πως δεν είναι πάντοτε εύκολο για κάθε πολίτη να αποδεχτεί τη θέση που του αποδίδεται απ’ την πολιτεία, καθώς ίσως θεωρήσει πως δεν του αναγνωρίζονται επαρκώς οι δεξιότητες και οι δυνατότητες που κατέχει. Το ίδιο το άτομο δεν είναι πάντοτε ο καλύτερος κριτής του εαυτού του, καθώς ενδέχεται είτε από φιλαυτία είτε από ματαιοδοξία είτε από αδυναμία κρίσης να μην είναι σε θέση να οριοθετήσει ορθά τον τομέα της δραστηριότητάς του.

3.  καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει, οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται, ἀλλ’ ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως

Η τρίτη λειτουργία που επιτελεί ο νόμος σχετίζεται με την έγκαιρη και κατάλληλη διαπαιδαγώγηση των πολιτών, ώστε να είναι σε θέση να αποτελέσουν οργανικά και αναπόσπαστα μέλη του κοινωνικού συνόλου. Το ιδανικό του πολίτη που λειτουργεί ως φορέας συνοχής στο πλαίσιο της πολιτείας, σέβεται τους νόμους και θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία του κοινού και συλλογικού οφέλους, δεν προκύπτει συμπτωματικά και χωρίς την αναγκαία μέριμνα. Η παρέμβαση του νόμου οφείλει να ξεκινά από την εκπαίδευση των νέων μελών της πολιτείας και να συνεχίζει στην με κάθε θεμιτό μέσο αγωγή των ενήλικων πολιτών, ώστε η αίσθηση της κοινωνικότητας και η επιθυμία της συνύπαρξης να δημιουργείται σε αυτούς ισχυρή.
Οι πολίτες, μάλιστα, θα πρέπει να κατανοούν πως εκείνο που τους ωφελεί περισσότερο είναι ν’ ακολουθούν τις υποδείξεις του νόμου και να μην επιζητούν την ανεξέλεγκτη και κατά βούληση δράση. Η επιζητούμενη ευδαιμονία για το σύνολο της πολιτείας επιτυγχάνεται με την κοινή επιδίωξή της απ’ όλους τους πολίτες, που καλούνται να αναγνωρίσουν την υπεροχή του συλλογικού συμφέροντος έναντι του ατομικού. Το να πράττει κάθε πολίτης σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες, χωρίς να λογοδοτεί και χωρίς να συμμορφώνεται στις υποδείξεις του νόμου, είναι ο ασφαλέστερος δρόμος για την αποτυχία της επιδιωκόμενης συλλογικής ευτυχίας. Σημαντική, οπότε, δράση του νόμου είναι η έγκαιρη ενστάλαξη στους πολίτες της πεποίθησης πως η ατομική τους ευπορία και ευδαιμονία υπηρετείται αποτελεσματικότερα από τη συλλογική επιτυχία της πολιτείας.
Ο έλεγχος του νόμου πάνω στις πράξεις και τις επιδιώξεις των μελών της πολιτείας δεν περιορίζεται μόνο στους πολίτες, αλλά περιλαμβάνει αναγκαία και τους άρχοντες, οι οποίοι είναι εξίσου επιρρεπείς σε παρεκκλίσεις απ’ το συλλογικά επωφελές για χάρη ίδιων συμφερόντων.

Πλάτωνα, Πρωταγόρας
Και όταν πια φύγουν αυτοί [δηλ. οι νέοι άνδρες] από τους δασκάλους, η πόλη, με τη σειρά της, τους αναγκάζει να μάθουν τους νόμους και να ζουν σύμφωνα με αυτούς, ώστε να μην ενεργούν από μόνοι τους και όπως νομίζουν οι ίδιοι [...]. Έτσι, και η πόλη, υπογραμμίζοντας τους νόμους, αυτά τα επινοήματα των καλών, παλαιών νομοθετών, αναγκάζει και όσους ασκούν ένα αξίωμα και όσους άρχονται να συμμορφώνονται με αυτούς. Εκείνος δε ο οποίος τους παραβαίνει, υφίσταται κυρώσεις και οι κυρώσεις αυτές ονομάζονται, και σε σας εδώ [δηλ. στην Αθήνα] και σε πολλά άλλα μέρη, εὐθύνες, λες και η δικαιοσύνη ξαναβάζει [τον παραβάτη] στην ευθεία. Ενώ λοιπόν είναι τόσο μεγάλη η προσπάθεια που καταβάλλεται για την αρετή και στο ιδιωτικό και στο δημόσιο επίπεδο, εσύ Σωκράτη εκπλήττεσαι και απορείς αν η αρετή είναι διδακτή; Το εκπληκτικό όμως θα ήταν μάλλον το να μην μπορεί να διδαχθεί η αρετή.

Ο νόμος, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, έρχεται να οριοθετήσει τη δράση των ατόμων, ώστε να μην κάνει κάθε πολίτης ό,τι θέλει παραγνωρίζοντας τα δικαιώματα των συμπολιτών του, αλλά και τις ανάγκες της ίδιας της πολιτείας. Συνάμα, ελέγχει τη δράση όχι μόνο των πολιτών, αλλά και των αρχόντων, φροντίζοντας με τις κατάλληλες κυρώσεις να επαναφέρει κάθε άνθρωπο στη δίκαιη, αρμόζουσα και κοινωνικά αναμενόμενη συμπεριφορά. Ο νόμος λειτουργεί ενισχυτικά στην προσπάθεια της πολιτείας να ωθήσει τους πολίτες της στην ενάρετη διαβίωση, και άρα κατέχει ένα σημαντικό ρόλο σε ό,τι σχετίζεται με την αρμονική συνύπαρξη των ατόμων και την άρτια οργάνωση της κοινωνίας.
Διαπιστώνουμε, επομένως, πως τόσο ο Πλάτωνας όσο και ο Πρωταγόρας αντικρίζουν τον νόμο ως το μέσο εκείνο που πειθαρχεί, ελέγχει και κατευθύνει κατάλληλα τη δράση των πολιτών, ώστε να προκύπτουν τα εκάστοτε ζητούμενα οφέλη για την πόλη και το κοινωνικό σύνολο. Επιτελεί, δηλαδή, ο νόμος λειτουργίες εξαιρετικά σημαντικές, που αποσκοπούν στο να υπηρετήσουν το συμφέρον και την ευδαιμονία των πολιτών, προασπίζοντας την κοινωνική συνοχή και τις αρχές του δικαίου.  
Ωστόσο, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως η θετική λειτουργία του νόμου, όπως την παραδέχονται ο Πλάτωνας και ο Πρωταγόρας δεν γίνεται καθολικά αποδεκτή, καθώς ο νόμος συχνά γίνεται αντιληπτός ως φορέας καταπίεσης. Για παράδειγμα στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα, όταν το λόγο λαμβάνει ο Ιππίας, λέει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

«Άνθρωποι της συντροφιάς, εγώ σας θεωρώ όλους συγγενείς και φίλους και συμπολίτες – μας συνδέει η φύση, όχι ο νόμος· γιατί η φύση συνδέει με συγγένεια το όμοιο με το όμοιο, ενώ ο νόμος, των ανθρώπων ο δυνάστης, συχνά επιβάλλει με τη βία σχέσεις, που δεν τις ανέχεται η φύση.» 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου